«Ο συγκρουσιακός χαρακτήρας του πολιτικού συστήματος μας βυθίζει όλους στην ανυποληψία»
«Η ορθή νομοθέτηση προοπτικά εκπαιδεύει, και ως μια τέτοια ευκαιρία πρέπει να δούμε και τη διαδικασία της Συνταγματικής Αναθεώρησης» είπε από το βήμα της Ολομέλειας η βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής ν. Λάρισας Ευαγγελία Λιακούλη, κατά τη πέμπτη ημέρα της συζήτησης των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος, συμπληρώνοντας πως «η ορθή νομοθέτηση σε συνταγματικό επίπεδο όχι μόνο μπορεί να θεραπεύσει την ακατάσχετη εκλογολογία που μας διακρίνει – όπως έλεγα στην προηγούμενη συνεδρίαση – αλλά μπορεί να θεραπεύσει και την τοξική δημαγωγία που μας χαρακτηρίζει συλλογικά ως πολιτικό σύστημα».
Σε αυτό το πλαίσιο, η Λαρισαία πολιτικός τόνισε πως η αυστηροποίηση των άρθρων του Συντάγματος που αφορούν το ακαταδίωκτο των βουλευτών, αλλά και την ποινική ευθύνη των Υπουργών βρίσκεται σε κάθε περίπτωση προς την σωστή κατεύθυνση, ενώ υπενθύμισε τον κομβικό ρόλο του ΠΑΣΟΚ σε όλες τις σχετικές τροποποιήσεις της νομοθεσίας.
«Δεν θα μπορούσε να γίνει βέβαια αλλιώς, δεδομένου ότι πρώτο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αντιλήφθηκε πως η πληθωρική χορήγηση του ακαταδίωκτου από την Βουλή, οδηγούσε σε ευθεία προσβολή της αρχής της ισότητας έναντι του νόμου, αλλά και πως σε κοινωνικό επίπεδο αποτελούσε μόνιμη πηγή δυσφορίας για τους πολίτες», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, η Ευαγγελία Λιακούλη επέμεινε πως ενώ μεν απαιτείται η αυστηροποίηση του πλαισίου τόσο για τους βουλευτές, όσο και για τους Υπουργούς, θα πρέπει το πολιτικό σύστημα να πάψει να φέρεται ανώριμα και να επιδείξει αυτοσυγκράτηση στην αντανακλαστική εκτόξευση κατηγοριών, οι οποίες δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να τοξικοποιούν την πολιτική ζωή του τόπου, καταβυθίζοντάς της στην ανυποληψία.
«Γιατί δεν βλέπουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους με τα μάτια του υγιούς «εγώ», αλλά με τα μάτια του προβληματικού «υπερεγώ» μας» τόνισε, συμπληρώνοντας πως «δεν είναι τυχαίο ότι αναπόφευκτα η Δημοκρατία μας παραμένει ανώριμη. Και για του λόγου το αληθές, θυμίζω πως στα 200 χρόνια ανεξαρτησίας της χώρας, δεκαπέντε Πρωθυπουργοί έχουν κατηγορηθεί από τους αντιπάλους τους! Θυμίζω μερικά ονόματα: Κατηγορήθηκαν ο μεταρρυθμιστής Χαρίλαος Τρικούπης, ο πατέρας του Έθνους Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ενωτικότατος Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο προοδευτικότατος Ανδρέας Παπανδρέου…».
Σε σχέση τέλος με τις κρίσιμες διατάξεις του Συντάγματος που αφορούν την ψήφο των Αποδήμων η βουλευτής Λάρισας είπε πως θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τους εκτός Επικράτειας Έλληνες χωρίς φοβικότητες, με εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση, ενώ επιγραμματικά συνόψισε τις θέσεις της για το ζήτημα ως εξής:«Ψήφος σε όλους τους απόδημους, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Η ψήφος τους πρέπει να είναι ίση και ισοδύναμη με των υπολοίπων εντός Επικράτειας εκλογέων. Να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για την εφαρμογή και της επιστολικής ψήφου, γιατί υπάρχει χώρος συνεννόησης».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της τοποθέτησης:
Έλεγα σε πρόσφατη μου τοποθέτηση, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πως η πολιτική ζωή της χώρας είναι εθισμένη στη διαδικασία των εκλογικών αναμετρήσεων.
Έλεγα ότι πάσχουμε από μια διαρκή εμμονή με την εκλογολογία, μια εμμονή που αναπόφευκτα μεταφέρεται και στο πολιτικό προσωπικό, στα ΜΜΕ και σε όλους όσοι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δημοσιολογούν ή ακόμη περισσότερο συμμετέχουν ενεργά στην πολιτική διαδικασία.
Έλεγα, επίσης, πως η τροποποίηση των παρ. 4 και 5 του άρθρ. 32, για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας που συζητιόταν προχθές, θα αποτελέσει μια κρίσιμη εκπαιδευτική παρέμβαση από πλευράς πολιτικού συστήματος, προκειμένου να αμβλυνθεί μια ανορθολογική έκφανση του συλλογικού μας πολιτεύεσθαι, κι έχει να κάνει με την πολύ συνηθισμένη για την Ελλάδα διακοπή του κυβερνητικού έργου, πριν την παρέλευση 4ετίας.
Και χρησιμοποιώ τον όρο «εκπαιδευτική παρέμβαση» με πλήρη συνείδηση, γιατί πιστεύω απόλυτα πως η ορθή νομοθέτηση, προοπτικά, εκπαιδεύει.
Με τη σημερινή συζήτηση για την αναθεώρηση του άρθρ. 62 του Συντάγματος, που αφορά το Ακαταδίωκτο των Βουλευτών, θεωρώ ότι κάνουμε ένα ακόμη βήμα, προς την κατεύθυνση της συλλογικής πολιτικής μας ωρίμανσης, αυτή την φορά με σκοπό την θεραπεία της δημαγωγίας.
Ενός γνώριμου χαρακτηριστικού πρώιμων και ανώριμων Δημοκρατιών.
Που εδώ και καιρό βέβαια πάψαμε να είμαστε, κι όμως εξακολουθούμε να συμπεριφερόμαστε σα να είμαστε:
μια ανώριμη Δημοκρατία.
Η δημαγωγία είναι ένα χαρακτηριστικό που σιγά σιγά θα πρέπει να εξοβελίσουμε, προκειμένου να κατασιγαστεί η διαβρωτική, η δηλητηριώδης πόλωση, που μας κατατρώει ως πολιτικό σύστημα – μας τρώει τα σωθικά – ως κράτος και ως έθνος.
Εδώ, είναι χρήσιμο να θυμίσουμε στους πολίτες πως το βουλευτικό ακαταδίωκτο δεν αποτελεί κάποιου είδους «τέχνασμα» της πρόσφατης πολιτικής ιστορίας του τόπου – ας πούμε χάριν συντομίας της Μεταπολίτευσης – προκειμένου οι βουλευτές να αποφεύγουν τις συνέπειες του νόμου, όπως οι υπόλοιποι πολίτες.
Γιατί αυτό ακούστηκε πολλές φορές, ιδίως κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, από ποικιλώνυμες λαϊκιστικές φωνές και άλλους εχθρούς του κοινοβουλευτισμού.
Είναι χρήσιμο να θυμίσουμε πως το βουλευτικό ακαταδίωκτο θεσμοθετήθηκε από τα πρώτα ακόμη επαναστατικά Συντάγματα της Επιδαύρου και του Άστρους, από το πρώτο «ελεύθερο» Σύνταγμα του 1832, από το Σύνταγμα του 1844, αλλά και όλους τους καταστατικούς χάρτες της χώρας, εισαγόμενο ως έννοια, εισαγόμενο ως «καλή πρακτική», από άλλα ευρωπαϊκά Συντάγματα.
Και αυτό γιατί το ακαταδίωκτο του Βουλευτή αποτελεί κομβικό σημείο για την ορθή λειτουργία της Δημοκρατίας, αποτελεί απαραίτητη θεσμική εγγύηση για την ανεξάρτητη πολιτική λειτουργία του βουλευτή, άνευ της οποίας το πολίτευμά μας καθίσταται «κενό γράμμα».
Δεν χρειάζεται προφανώς να συμπληρώσω, πως και σε αυτήν την περίπτωση το ΠΑ.ΣΟ.Κ., και πάλι πρωταγωνίστησε.
Πρωταγωνίστηκε πιστό στο ρόλο του ως θεσμικού μεταρρυθμιστή, έναν κομβικό ρόλο που το χαρακτηρίζει σε όλη την ιστορική του διαδρομή, εξειδικεύοντας περαιτέρω τη συνταγματική διάταξη του άρθρ. 62 του Συντάγματος, με δύο τροποποιήσεις του απολύτως σχετικού άρθρ. 83 του Κανονισμού της Βουλής, τόσο το 2003, όσο και το 2010, δηλαδή επί Προεδρίας Απόστολου Κακλαμάνη και Φίλιππου Πετσάλνικου, αντίστοιχα.
Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, δεδομένου ότι πρώτο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αντιλήφθηκε πως η πληθωρική χορήγηση του ακαταδίωκτου από την Βουλή, οδηγούσε σε ευθεία προσβολή της αρχής της ισότητας έναντι του νόμου, αλλά και πως σε κοινωνικό επίπεδο αποτελούσε μόνιμη πηγή δυσφορίας για τους πολίτες.
Η πρότασή μας, η πρόταση του Κινήματος Αλλαγής είναι απλή και πολύ πιο προωθημένη από τις αντίστοιχες – αδύναμες – προτάσεις, που κατέθεσαν τόσο η ΝΔ, όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εμείς θεωρούμε πως ο Βουλευτής πρέπει να υπάγεται απευθείας στον ποινικό νόμο, και μόνο αν το αιτείται ο ίδιος – παρέχοντας πλήρη αιτιολόγηση από την πλευρά του για την χρήση του δικαιώματος – να κινείται η διαδικασία του ακαταδίωκτου από την Βουλή των Ελλήνων.
Αυτό δεν είναι το ορθό;
Αυτό δεν είναι το πολιτικά σκόπιμο;
Γιατί θεωρούμε πως αν η ευθύνη μεταφερθεί στον Βουλευτή – αντί της Βουλής που την φέρει σήμερα – θα πάψει η συλλήβδην ενοχοποίηση, θα πάψει η συλλογική στοχοποίηση της ίδιας της καρδιάς της Δημοκρατίας, από τους εχθρούς του κοινοβουλευτισμού, από τους εχθρούς του ορθού λόγου.
Και έτσι έρχομαι και στο άρθρ. 86 του Συντάγματος, το οποίο και αυτό έχει κατ’ εξακολούθηση και επανειλημμένα αποτελέσει πηγή δημαγωγικών εξάρσεων και εκτεταμένων σχολίων.
Και βέβαια σε αυτό βοηθάμε πολλές φορές κι εμείς, οι πολιτικοί.
Βοηθάμε, γιατί πολλές φορές αντί να περιοριζόμαστε στο μετριοπαθή πολιτικό λόγο, αντί να περιοριζόμαστε στην πειστική επιχειρηματολογία, που οδηγεί στη λεκτική κατατρόπωση των πολιτικών αντιπάλων, αντίθετα, συμβαίνει να επιδιώκουμε την άνευ όρων παράδοσή τους, να μην επιδιώκουμε τίποτα άλλο παρά την πολιτική τους εξόντωση.
Με λίγα λόγια το πολιτικό μας σύστημα είναι βαθύτατα διχαστικό.
Το πολιτικό μας σύστημα είναι βαθύτατα συγκρουσιακό.
Πήραμε άλλωστε μια γεύση σήμερα το πρωί.
Παρακολουθήσαμε το «ντέρμπυ» μεταξύ της «λυμένης και της σφιχτοδεμένης» γραβάτας.
Λόγος ειρωνικός, λόγος «ψευτομάγκικος».
Λόγος διχαστικός, λόγος πολωτικός.
Μια ανθρωποφαγία πραγματική.
Ξέρετε είμαι καινούρια βουλευτής.
Και οι φίλοι μου, οι γιοί μου, που αυτόν τον καιρό παρακολουθούν περισσότερο το κανάλι της Βουλής, μου λένε πολύ συχνά πως στενοχωριούνται.
Στενοχωριούνται και δυσαρεστούνται όταν μας βλέπουν.
Άλλα πράγματα περιμένουν από εμάς.
Και όχι αυτά που βλέπουν, όπως π.χ. σήμερα το πρωί.
Είμαστε λοιπόν συγκρουσιακοί.
Αυτό είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό μας.
Και μπορεί μεν το μεσογειακό μας ταπεραμέντο να ευθύνεται σε ένα βαθμό για αυτό, ωστόσο, φέρουμε ο καθένας και η καθεμία από εμάς ευθύνη, για το γεγονός ότι αποφεύγουμε να αυτοπαρατηρηθούμε ουσιαστικά, αποφεύγουμε να δούμε την εικόνα μας, αποφεύγουμε να κάνουμε την αυτοκριτική μας.
Δεν βλέπουμε με τα μάτια του υγιούς «εγώ», αλλά με τα μάτια του προβληματικού «υπερεγώ» μας.
Έτσι όμως αποφεύγουμε να αυτοθεραπευτούμε.
Και σε συλλογικό επίπεδο, έτσι, αποφεύγουμε να ωριμάσουμε ως πολιτικό σύστημα.
Παλιμπαιδίζουμε πολιτικά, αρνούμενοι να εξελιχθούμε.
Αναπόφευκτα, λοιπόν, η Δημοκρατία μας παραμένει ανώριμη.
Κι αυτό είναι απαράδεκτο να συμβαίνει εν έτει 2019 – 2 μόλις χρόνια από την συμπλήρωση των 200 χρόνων ύπαρξης της κρατικής οντότητας που λέγεται Ελλάδα.
Για του λόγου το αληθές, θυμίζω πως σε αυτά τα 200 χρόνια δεκαπέντε Πρωθυπουργοί έχουν κατηγορηθεί από τους αντιπάλους τους! Θυμίζω μερικά ονόματα.
Κατηγορήθηκαν ο μεταρρυθμιστής Χαρίλαος Τρικούπης, ο πατέρας του Έθνους Ελευθέριος Βενιζέλος, ο ενωτικότατος Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο προοδευτικότατος Ανδρέας Παπανδρέου…
Αναρίθμητοι βέβαια είναι και οι Υπουργοί, που έχουν κατηγορηθεί από τους πολιτικούς τους αντιπάλους.
Τι ζούμε τι μέρες αυτές;
Τι ζούμε όλα αυτά τα χρόνια;
Ένα φαινόμενο που κυριολεκτικά με τρομάζει.
Ένα φαινόμενο για το οποίο μάλλον πια αδιαφορούμε, γιατί συμβαίνει σχεδόν ενδημικά με την κάθε κυβερνητική εναλλαγή.
Αδιαφορούμε όμως, παρότι σπιλώνονται ονόματα, υπολήψεις, πολιτικές πορείες, συγγενείς.
Και στο τέλος;
Όλοι αθωώνονται.
Αλλά στο τέλος λίγοι είναι εκείνοι που θα μάθουν πραγματικά τι έχει συμβεί ιστορικά και ποια ήταν η αλήθεια.
Η αναζητούμενη αλήθεια.
Συνεπώς, καλή η συνταγματική αυστηροποίηση, αλλά ακόμη καλύτερη είναι η αυτοσυγκράτηση.
Η αυτοσυγκράτηση του πολιτικού συστήματος από την εκτόξευση τοξικών κατηγοριών.
Δεν μας κάνει καλύτερους όλο αυτό.
Φαίνεται ότι η κοινωνία δεν αντιδρά, φαίνεται ότι μας αποδέχεται έτσι όπως είμαστε.
Δεν είναι όμως καθόλου έτσι.
Κλείνω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με μια επί τροχάδην παρατήρηση για το άρθρ. 54 και την προσθήκη νέας παραγράφου, που εξειδικεύει έτι περαιτέρω τις προϋποθέσεις για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στον τόπο διαμονής τους, των εκλογέων που βρίσκονται έξω από την Ελληνική Επικράτεια.
Νιώθουμε πολύ περήφανοι σαν παράταξη.
Γιατί προσπαθήσαμε πάρα πολύ και πείσαμε ακόμη κι εκείνους που δεν ήθελαν να προσμετράται το αποτέλεσμα της ψήφου των αποδήμων, στο εθνικό αποτέλεσμα, να συναινέσουν στην πρότασή μας.
Τους πείσαμε για τον ανορθολογισμό των επιχειρημάτων τους.
Βάζουμε λοιπόν «επί τον τύπον των ήλων» το θέμα και την επόμενη εβδομάδα θα αναδείξουμε στην σχετική συζήτηση στη Βουλή όλες τις πτυχές του ζητήματος.
Που συνοψίζεται στα εξής:
Ψήφος σε όλους τους απόδημους, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους.
Η ψήφος τους πρέπει να είναι ίση και ισοδύναμη με των υπολοίπων εντός Επικράτειας εκλογέων.
Να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για την εφαρμογή και της επιστολικής ψήφου, γιατί υπάρχει χώρος συνεννόησης.
Είναι δίκαιο να ψηφίζουν και οι Έλληνες της Αλάσκας, όχι μόνο της Γερμανίας…
Έχουμε περιθώριο συναίνεσης.
Όχι στα παιχνίδια για το κρίσιμο αυτό ζήτημα.
Όχι στην φοβικότητα.
Ναι στην ανοιχτότητα.
Ναι στη διάδραση μαζί τους,
Γιατί εμείς θέλουμε να τιμήσουμε τον απόδημο Ελληνισμό και όχι να τον απαξιώνουμε.
Ευχαριστώ.